
Ο «νόμος Κατρούγκαλου» του 2016 προβλέπει ότι μετά τα τρία χρόνια η σύνταξη χηρείας πρέπει να μειώνεται από το 70% στο 35% της σύνταξης του θανόντος, εφόσον ο δικαιούχος εργάζεται ή λαμβάνει δική του σύνταξη.
Ένα ζήτημα που απειλεί να προκαλέσει κοινωνική και πολιτική έκρηξη βρίσκεται στα χέρια του υπουργείου Εργασίας: η περικοπή των συντάξεων χηρείας μετά την τριετία καταβολής τους και, κυρίως, το ενδεχόμενο οι μειώσεις να εφαρμοστούν αναδρομικά.
Ο «νόμος Κατρούγκαλου» του 2016 προβλέπει ότι μετά τα τρία χρόνια η σύνταξη χηρείας πρέπει να μειώνεται από το 70% στο 35% της σύνταξης του θανόντος, εφόσον ο δικαιούχος εργάζεται ή λαμβάνει δική του σύνταξη. Ωστόσο, η εφαρμογή του υπήρξε αποσπασματική: για τους συνταξιούχους του Δημοσίου η μείωση εφαρμόστηκε, στον ιδιωτικό τομέα όχι, με το πρόσχημα ότι το μηχανογραφικό σύστημα του ΕΦΚΑ δεν μπορούσε να ανταποκριθεί.
Το αποτέλεσμα είναι μια βαθιά ανισότητα. Χιλιάδες δικαιούχοι στον ιδιωτικό τομέα εξακολουθούν να λαμβάνουν το 70% της σύνταξης, ενώ άλλοι, κυρίως του Δημοσίου, έχουν ήδη δει το εισόδημά τους να μειώνεται στο 35%. Σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα, όπως στον ΟΓΑ, ζητήθηκε εκ των υστέρων η επιστροφή ποσών που καταβλήθηκαν «αχρεωστήτως», προκαλώντας τεράστια αναστάτωση στους συνταξιούχους.
Η συζήτηση για την επιβολή αναδρομικών περικοπών σε όσους δεν μειώθηκε ποτέ η σύνταξη χηρείας τους θεωρείται το πιο εκρηκτικό σενάριο. Αν κληθούν να επιστρέψουν ποσά πέντε και πλέον ετών, οι δικαιούχοι θα βρεθούν αντιμέτωποι με δυσβάσταχτες οφειλές, ενώ η κοινωνική αντίδραση θα είναι αναπόφευκτη. Το ενδεχόμενο αυτό χαρακτηρίζεται από στελέχη της αγοράς και των ασφαλιστικών ταμείων «βόμβα στα θεμέλια» του συστήματος, όχι μόνο γιατί απειλεί την κοινωνική συνοχή, αλλά και γιατί θα θέσει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα πολλών νοικοκυριών που στηρίζονται σε αυτή τη σύνταξη για την καθημερινή τους επιβίωση.
Απέναντι σε αυτό το αδιέξοδο, εξετάζονται εναλλακτικές: να διατηρηθεί το 70% χωρίς καμία μείωση μετά την τριετία, να δοθεί δυνατότητα επιλογής μεταξύ προσωπικής και χηρείας σύνταξης, να περικοπεί μόνο η εθνική και όχι η αναλογική, ή ακόμη και να ακυρωθούν οι αναδρομικές απαιτήσεις. Όμως, κάθε λύση φέρει κόστος: είτε δημοσιονομικό, είτε πολιτικό.
Το υπουργείο Εργασίας καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα στην τήρηση του νόμου, στη δικαιοσύνη απέναντι σε όσους ήδη υπέστησαν περικοπές, και στην αποφυγή μιας κοινωνικής ανάφλεξης που θα προκαλούσε η αναδρομική εφαρμογή. Μέχρι να ληφθεί οριστική απόφαση, η αβεβαιότητα συνεχίζει να βαραίνει χιλιάδες οικογένειες, αφήνοντας το ζήτημα των συντάξεων χηρείας ως μία από τις πιο εύφλεκτες «βόμβες» του ασφαλιστικού συστήματος.
from Όλες Οι Ειδήσεις - Dnews https://ift.tt/hHqWvTr
via IFTTT